Μάρτσαλο, το καλό λιμάνι!
Όμορφο το καλοκαίρι, είναι καιρός για ξεκούραση, όπως κανείς την ορίζει βέβαια, αυτή την λέξη. Για άλλους χαλάρωση σημαίνει να ξαπλώνεις όλη μέρα στην πιο κοντινή σου παραλία με καφέ και καλή παρέα, για άλλους ισχύει το ίδιο, βάζοντας όμως και λίγη δόση δράσης. Πολλοί είναι εκείνοι που επιλέγουν να επισκεφτούν πιο δυσπρόσιτα μέρη για να γνωρίσουν γωνιές του νησιού μας που είναι μαγευτικές, μα θέλουν κόπο για να τις προσεγγίσει κανείς. Και πράγματι, η Κρήτη διαθέτει πλήθος απ’ αυτές!
Όμως, η ομορφιά κρύβει κινδύνους μερικές φορές, γι’ αυτό και η προσέγγιση της θέλει προσοχή. Οι επιβλητικές κορφές, τα δύσκολα προσπελάσιμα φαράγγια, οι απομονωμένες ,αλλά εκπληκτικές ακτές της Κρήτης πρέπει να αντιμετωπίζονται με το δέος και τον σεβασμό που τους αρμόζει. Ο απαραίτητος εξοπλισμός, ορειβατικά μποτάκια, κατάλληλη ένδυση, είδη πρώτων βοηθειών είναι από τα πρώτα πράγματα που οφείλει ένας σωστός ¨εξερευνητής¨ είτε είναι ντόπιος είτε ξένος να έχει στο σακίδιο, για να του μείνουν οι διακοπές του αξέχαστες, αλλά με όμορφες αναμνήσεις.
Ένας τέτοιος προορισμός ήταν και για μένα το φαράγγι του Μάρτσαλου. Το φαράγγι που καταλήγει σε μια απομονωμένη παραλία, μετά από μια διαδρομή δύο χιλιομέτρων, βρίσκεται στα δυτικά Αστερούσια όρη, σε μια από τις πιο δύσβατες περιοχές του νομού, 80 χιλιόμετρα
Για να κατέβεις τον δρόμο που οδηγεί στο φαράγγι του Μάρτσαλου πρέπει να ανοίξεις τον σύρτη που υπάρχει στη σιδερένια πόρτα με την σχετική πινακίδα, φτάνοντας με το αυτοκίνητο μετά από έναν σχετικά κακοτράχαλο δρόμο με αρκετές διακλαδώσεις, όπως είπαμε και παραπάνω. Έπειτα κατηφορίζεις και οδηγείσαι στην εκκλησία του Σωτήρος απ’ όπου έχεις υπέροχη πανοραμική θέα του επιβλητικού φαραγγιού που θυμίζει κάτι από το Grand Canion από ψηλά. Στο βάθος, η θέα της θάλασσας είναι μαγευτική και γεμίζει κουράγιο τους ταξιδιώτες που περιμένουν τη ¨δροσερή¨ αποζημίωση διασχίζοντας το.
Τα πρώτα μέτρα της κατάβασης μέχρι την Παναγία τη Μαρτσαλιώτισα είναι εύκολα, γιατί υπάρχουν σκαλιά που οδηγούν εκεί, τάμα ενός πιστού, όπως διαπιστώσαμε διαβάζοντας μια πινακίδα. Η εκκλησία αυτή, σκαλισμένη στο βράχο, μ’ ένα υπέροχο προαύλιο με θέα το υπόλοιπο φαράγγι χαρίζει δροσιά πριν την κοπιώδη διαδρομή και μαζεύει πλήθος κόσμου από την γύρω περιοχή κατά την περίοδο του δεκαπενταύγουστου. Τα μάτια αργούν να συνηθίσουν στο σκοτάδι της εκκλησίας που φωτίζεται μονάχα με τα κεράκια των πιστών και το σώμα στην θερμοκρασία που είναι αισθητά πιο χαμηλή από τον καύσωνα έξω. Όμως , μόλις προσαρμοστεί ο οργανισμός στις νέες συνθήκες μπορεί να παρατηρήσει κάποιος τους τοίχους από βράχο που είναι γεμάτοι εικόνες, το πολυδαίδαλο ιερό που εκτείνεται στο βάθος και τον κομψό πολυέλαιο στο κέντρο της εκκλησίας.
Βγάζοντας φωτογραφίες, παρατηρώ στο παγκάρι πάνω ένα μικρό, ταλαιπωρημένο σημειωματάριο. Ανοίγοντας το , ανακαλύπτω έναν μικρό θησαυρό. Εδώ έχουν γράψει αφιέρωση πολλοί ταξιδιώτες που πέρασαν από το εκκλησάκι. Άλλοι έφτασαν ως εδώ ως μια χαρούμενη παρέα και απόσκιασαν εδώ το βράδυ μετά από μεθύσι κι άλλοι από τάμα ,γιατί έχασαν αγαπημένους τους… Αφήνω και το δικό μας αποτύπωμα, με την ευχή να είμαστε καλά και να ξανάρθουμε….
Από ΄κεί και πέρα η πορεία δυσκολεύει για λίγο μέχρι να φτάσουμε στο χαμηλότερο επίπεδο του φαραγγιού. Πατάμε κυριολεκτικά πάνω στα πατήματα μιας κατσίκας που προπορεύεται και γελάμε που μας δείχνει τον δρόμο το ζωντανό. Ο Γιώργος προτείνει για τίτλο της περιπέτειας μας «Στο πάτημα της αίγας», δεν ήταν κακό τώρα που το σκέφτομαι…
Όταν φτάσεις στο χαμηλό επίπεδο όμως, τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Η πορεία μέχρι την παραλία συνεχίζει μέσα από εντυπωσιακά δέντρα και βράχια. Στο φαράγγι αυτό μάλιστα, συναντά κανείς τον ντόπιο κρητικό φοίνικα που βρίσκουμε και άλλα σημεία της Κρήτης, όπως στο φοινικόδασος του Βάι και στην Πρέβελη. Μετά από τρία τέταρτα περίπου συνολικής διαδρομής από την είσοδο του φαραγγιού φτάνουμε στην παραλία.
Με έκπληξη διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν πολλοί εδώ που παραθερίζουν παρά το δύσβατο της διαδρομής. Όμως, ο κόλπος έχει πρόσβαση και από τη θάλασσα, όποτε οι προμήθειες φτάνουν εύκολα χωρίς να χρειάζεται να κουβαλάς πεζός τόσα πράγματα. Εντυπωσιακές είναι και οι σπηλιές, οι λαξευμένες στον βράχο που άλλοτε χρησιμοποιούσαν οι ασκητές μα τώρα έχουν αποκτήσει πόρτες, μέχρι και μπαλκόνια και έχουν μετατραπεί σε σπιτάκια για κάποιους παραθεριστές που θέλουν να ζήσουν για λίγο σαν χίπηδες!
Το νερό της παραλίας δεν μας ενθουσίασε, γιατί μάλλον το πετύχαμε σε αναταραχή λόγω αέρα και διάφορων πλεούμενων που είχαν δέσει εκεί. Ωστόσο, το μπάνιο κι ο ύπνος κάτω από τον ίσκιο των ρεικιών που υπάρχουν στην παραλία είναι ευεργετικός. Ο Απόστολος μάλιστα με τις υποβρύχιες φωτογραφίες του, μας αποδεικνύει ότι η θάλασσα παρότι δεν μας εντυπωσίασε αρχικά, κρύβει ¨θησαυρούς¨, πολλά ψάρια, κοράλλια, φύκια…
Καλό είναι, ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες, να περιμένει κανείς να πέσει λίγο ο ήλιος πριν ξεκινήσει την ανάβαση για την επιστροφή. Ωστόσο, είδαμε και την παράδοξη και ριψοκίνδυνη περίπτωση μιας εγκύου να κατεβαίνει το φαράγγι το μεσημέρι, να παίρνει το μπάνιο της μετά του συζύγου και να φεύγει στις 4.00μ.μ μέσα στη ζέστη! Όμως, είναι συνετό και συστήνουμε να περιμένει κανείς λίγο, γιατί όσο είσαι μέσα στο φαράγγι η ζέστη είναι κάπως υποφερτή λόγω του ίσκιου των δέντρων, φτάνοντας όμως στο σκαλιά που οδηγούν στην εκκλησία, ο ήλιος σε χτυπάει αλύπητα και αν έχεις καταναλώσει και το νερό σου στην παραλία όπως εμείς τα πράγματα είναι δύσκολα..
Οπότε, βασικός στόχος όταν φτάσαμε επιτέλους στην έξοδο, ήταν η ανεύρεση νερού από το κοντινότερο χωριό. Η στάση στο χωριό Σίβας αποδείχτηκε μια όαση για μας, αφού με την αγορά νερού η φιλόξενη καταστηματάρχισσα μας προσέφερε ολόφρεσκα σύκα που μόλις είχε κόψει. Ποτέ ένα τέτοιο φρούτο δε μου φάνηκε πιο νόστιμο!
Α.Δ