Μονή Αρκαδίου… ένα μοναστήρι πέρα από τα συνηθισμένα.
Θυμάμαι αμυδρά την πρώτη φορά που επισκέφτηκα τη μονή Αρκαδίου, σε σχολική εκδρομή στο δημοτικό και οι αναμνήσεις μου βασίζονται μια γενική αίσθηση, στο συναίσθημα και σε σκόρπιες εικόνες που έχουν εντυπωθεί στο παιδικό μυαλό μου. Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι πως από μια εκδρομή που επισκεφθήκαμε πολλά μέρη και κυρίως, το εντυπωσιακό Ρέθυμνο, σε μένα έμεινε μόνο η ανάμνηση του Αρκαδίου…. Μετά την επίσκεψη μου σήμερα, ως ενήλικας νομίζω πως μπορώ να καταλάβω πια το γιατί. Ας δούμε όμως, μερικά πράγματα από την ιστορία της μονής πρώτα.
Το μοναστήρι βρίσκεται περίπου 23 χιλιόμετρα από το Ρέθυμνο και η σημερινή μορφή της εκκλησίας χρονολογείται από τον 16ο αιώνα και έχει έντονα αναγεννησιακά, μπαρόκ και ρωμαϊκά στοιχεία αρχιτεκτονικής που σε κάνουν να χαζεύεις το εξωτερικό του κτιρίου για ώρα. Η μονή ήταν τον 16ο αιώνα κέντρο επιστημών και τεχνών, διέθετε πλούσια βιβλιοθήκη και μέχρι τον 17ο αιώνα αναπτύχθηκε πολύ οικονομικά και πολιτιστικά. Μάλιστα, ήταν και κέντρο αντιγραφής χειρογράφων πολλά από τα οποία δυστυχώς, καταστράφηκαν με την κατάληψη του μοναστηριού αργότερα, από τους Τούρκους, το 1866. Σε προηγούμενη μορφή της σημερινής εκκλησίας, σε επιγραφή που υπήρχε πάνω από την είσοδο αναφερόταν πως ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Κωνσταντίνο.
Αλλά, φυσικά, το μοναστήρι είναι πολύ γνωστό παγκοσμίως, για τα γεγονότα της εξέγερσης κατά των Τούρκων το 1866, όταν μετά από ασφυκτική πολιορκία που χαρακτηρίστηκε τότε ως η «τρίτη πολιορκία του Μεσολογγίου» για τη σφοδρότητα της, οι 943 Έλληνες που είχαν καταφύγει εκεί και αποτελούνταν κυρίως από γυναικόπαιδα, ως ύστατη προσπάθεια αντίστασης, με επικεφαλή τον ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη, αφού κλείστηκαν στην πυριτιδαποθήκη του μοναστηριού, ανατινάχθηκαν, κάνοντας τη φήμη του αθάνατη.
Όμως, δεν θα μείνω στις λεπτομέρειες της μάχης και της ιστορίας του Αρκαδίου μέσα στους αιώνες, γιατί αυτό είναι κάτι που θα βρει διαβάσει κάποιος πολύ καλύτερα σε ιστορικές πηγές. Εγώ θα μείνω στην αίσθηση που αποκομίζει κανείς από την επίσκεψη του στον συγκεκριμένο χώρο που περιέγραψα στην αρχή, την οποία αίσθηση το παιδικό μου μυαλό τότε, δεν μπορούσε να εξηγήσει…
Φτάνοντας κανείς, μπορεί να παρατηρήσει ένα τεράστιο χώρο με λίγα δέντρα στο δρομάκι που οδηγεί στην είσοδο του μοναστηριού. Απέναντι ακριβώς, είναι οι στάβλοι όπου είχαν τοποθετήσει τότε, οι Τούρκοι τα δύο κανόνια για να ρίξουν τα ψηλά τείχη που προστατεύουν το μοναστήρι. Τα γερά αυτά τείχη στέκουν ακόμα και προφυλάσσουν το εσωτερικό του. Η εικόνα της μονής δεσπόζει στο κέντρο της αυλής και δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις τις όμορφες λεπτομέρειες του κτιρίου που δείχνει εντελώς διαφορετικό από κάθε πλευρά που θα σταθείς για να το παρατηρήσεις.
Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι πως δένει τόσο αρμονικά με τα υπόλοιπα κτίρια και τους διαδρόμους με τις αλλεπάλληλες καμάρες που αγκαλιάζουν κυριολεκτικά το κτίριο της μονής περιμετρικά. Η αυλή είναι καταστόλιστη με κάθε λογής λουλούδι, ομορφοφυτεμένα σε παρτέρια ή πήλινα πιθάρια. Ένα τεράστιο καταπράσινο κυπαρίσσι δεσπόζει στο πλάι, δίπλα σ’ έναν πελώριο ξερό κορμό παλιού κυπαρισσιού λαβωμένου από τα βόλια των Τούρκων. Ένα τεράστιο βέλος δείχνει την αγιάτρευτη πληγή του, στους επισκέπτες μέσα στα χρόνια.
Μένω έκθαμβη με αυτή την πρώτη εικόνα και ειλικρινά δεν ξέρω προς τα πού να κατευθυνθώ, ώσπου αντιλαμβάνομαι μια γάτα δίπλα μου. Φαίνεται να ΄ναι μόνιμος κάτοικος εδώ, γιατί είναι πλήρως εξοικειωμένη με τους επισκέπτες. Την ακολουθώ λοιπόν, προς τα αριστερά της εκκλησίας για να μου δείξει τα κατατόπια. Αφού, παρατηρώ από κοντά το βλήμα που μου δείχνει το βέλος πάνω στον κορμό, την ακολουθώ στο εσωτερικό το κτιρίου, όπου μπορώ να μπω στα διάφορα δωμάτια της μονής. Εκεί, υπάρχει έκθεση με χρηστικά αντικείμενα καθημερινής χρήσης του μοναστηριού, η αίθουσα με την μεγάλη τραπεζαρία και την πόρτα που έχουν και αυτά εμφανώς, χτυπηθεί από βλήματα.
Ακολουθώ μια – μια διαδοχικά όλες τις αίθουσες και οδηγούμαι την πυριτιδαποθήκη. Το δέος που νιώθει κανείς, όταν βρεθεί σ’ αυτό το σημείο δεν νομίζω πως μπορεί να περιγραφεί. Ο ήλιος μπαίνει από την γκρεμισμένη οροφή και λούζει τα ομοιώματα των γυναικόπαιδων και του Ηγούμενου που είναι έτοιμος να βάλει φωτιά στα πυρομαχικά. Το καντήλι, λίγη πρασινάδα και ένα βαρελάκι μπαρουτιού στολίζουν τον χώρο. Επικρατεί αυτή η παράξενη ηρεμία που υπάρχει μετά από μια δυνατή φουρτούνα και σου γαληνεύει την ψυχή. Αν υπάρχει παράδεισος αυτή την αίσθηση πιστεύω πως θα δημιουργεί…
Φεύγω και παρατηρώ τώρα, την πίσω όψη της εκκλησίας που είναι κι εκείνη εντυπωσιακότατη. Μπαίνω στα κτίρια της δεξιάς μεριάς, στις αίθουσες που εκτίθενται τα ιερά κειμήλια της μονής, μα απ’ όλα αυτό που με εντυπωσιάζει είναι μια όμορφη πλεξούδα γυναίκας που έχει διασωθεί… Ανεβαίνω τα σκαλιά και πάω σε ψηλότερο επίπεδο για να θαυμάσω ολόκληρο τον προαύλιο χώρο. Από κάτω, βλέπω και το μικρό γατί να σουλατσάρει αμέριμνο και να κάνει παρέα και στους νέους επισκέπτες που μόλις, κατέφθασαν.
Νομίζω πως πια καταλαβαίνω, γιατί το Αρκάδι δε μοιάζει με κανένα μοναστήρι, δεν είναι πια ένας απλός χώρος λατρείας, είναι χώρος θυσίας και μαρτυρίου και την ίδια αίσθηση έχουν όλοι οι χώροι αυτοί που μαρτύρησαν άνθρωποι. Η ίδια αίσθηση της κάθαρσης και της εξιλέωσης με ακολουθούσε και όταν επισκέφθηκα το σπήλαιο του Μελιδονίου, τον χώρο του Πολυτεχνείου στην Αθήνα και κάθε χώρο θυσίας τον οποίο έχω επισκεφτεί…. και τώρα μπορώ να την αναγνωρίσω…
Κατευθύνομαι προς τα έξω, πάω προς τον παλιό ανεμόμυλο, όπου έχει τοποθετηθεί το οστεοφυλάκιο των πεσόντων και υπάρχουν οι προτομές του Ηγούμενου Γαβριήλ, του Δημακόπουλου, του Γιαμπουδάκη και άλλων αγωνιστών και μια πολυκαιρισμένη επιγραφή, χαραγμένη στον τοίχο που δυσκολεύτηκα να διαβάσω, με το μήνυμα (σε ελεύθερη μετάφραση): «Δεν υπάρχει ευγενέστερο και ενδοξότερο πράγμα από το να πεθάνεις για την πατρίδα και για χατίρι της και τη φωτιά και το μαχαίρι να αψηφάς». Μηνύματα από μια εποχή περασμένη με αξίες και ιδανικά όμως, που έχει τόσο ανάγκη και η δική μας εποχή…
Το Αρκάδι ήταν, είναι και θα παραμένει σύμβολο ελευθερίας, ανεξαρτησίας, περηφάνιας και θα μας θυμίζει πως σε αυτόν τον σκάρτο και φθαρτό κόσμο, υπάρχουν αξίες αναλλοίωτες στον χρόνο που κάνουν τη ζωή να αξίζει! Μια επίσκεψη στο χώρο θα σας πείσει καλύτερα απ’ τα λόγια μου!
Α.Δ