Πως θα ήταν άραγε το Πάσχα..
Πάντα αναρωτιόμουν πως θα ένιωθα, αν τις μέρες του Πάσχα τις περνούσα χωρίς κόσμο και εντελώς διαφορετικά απ’ ότι έχω συνηθίσει. Και πιο πολύ αυτή η σκέψη με κυρίευε το βράδυ της Ανάστασης, λίγο πριν πάμε στην εκκλησία, για να ακούσουμε το «Χριστός Ανέστη» και να πάρουμε το άγιο φως, γιατί βαριόμουν τρομερά στην διαδικασία της ετοιμασίας, για μια ιεροτελεστία που κρατά για τους περισσότερους λίγη ώρα μέχρι να καθίσουν στο τραπέζι τα μεσάνυχτα.
Αναρωτιόμουν λοιπόν….
Πως θα ήταν, αν όλη τη Μεγαλοβδομάδα πήγαινες σε μια απομακρυσμένη εκκλησία να ανάψεις το κεράκι σου και να αφοσιωθείς στα λόγια του παπά, χωρίς τον περισπασμό των ανθρώπων γύρω σου..
Κι εκεί κάπου, ξεπηδά στο μυαλό σου μια ανάμνηση από μια χρονιά που βρέθηκες σ΄ ένα απομακρυσμένο μοναστήρι και παρακολούθησες με όλη τη μυσταγωγία που απαιτεί η περίσταση, ένα ξεχωριστό έθιμο εορτασμού της περιφοράς του επιταφίου και νοσταλγείς….
Πως θα ήταν, αν στο γιορτινό τραπέζι μαζευόταν μονάχα λίγα άτομα και δεν υπήρχε τόση φασαρία τριγύρω και το φαγητό παρέμενε λιτό, αλλά πεντανόστιμο, χωρίς η μάνα σου να πέφτει κατάκοπη από τις χιλιάδες ετοιμασίες..
Πως θα ήταν, άραγε, το Πάσχα, αν στο πασχαλινό τραπέζι, το κάλεσμα ήταν περιορισμένο κι εκεί στην αναγκαστική «περικοπή» νιώσεις ποιοι πραγματικά θα ήθελες να είναι εκεί μαζί σου….
Πως θα ήταν, αν αντί να αναλωνόμαστε στο τι θα φορέσουμε κάθε βράδυ για να παρακολουθήσουμε τη λειτουργία και σε ποια εκκλησία θα πάμε, ντυνόμασταν απλά και με καθαρή καρδιά και συνείδηση μπαίναμε στην πρώτη εκκλησία που βλέπαμε μπροστά μας ως ταπεινοί προσκυνητές, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων…
Πως θα ήταν, αν δεν φοβόμαστε τα χιλιάδες πλακατζίκια που πετάνε την βραδιά της Ανάστασης και δεν είχαμε να διασχίσουμε ένα πραγματικό ναρκοπέδιο στον δρόμο για την εκκλησιά και δεν ανυπομονούσαμε να τελειώσει όλο αυτό, για να ριχτούμε στο φαγητό λίγα λεπτά μετά τις δώδεκα….
Πως θα ήταν, αν είχαμε τον χρόνο να αναλογιστούμε τις πράξεις μας και το βαθύτερο νόημα αυτής της γιορτής…
Πως θα ήταν, αν αρχίσαμε να διαβάζουμε τις ιστορίες της παλαιάς διαθήκης και να διακρίνουμε την ομορφιά και τη διδακτικότητα πολλών από τις ιστορίες της, σαν να ακούμε ένα ωραίο παραμύθι…
Πως θα ήταν, να υπάρχει χρόνος να μαζευτεί όλη η οικογένεια και να βοηθήσει στο ζύμωμα των τσουρεκιών και των καλιτσουνιών και το σπίτι να μυρίζει φρεσκοψημμένο ψωμί και να ζυμώνονται εκτός απ’ αυτά και οι σχέσεις των ανθρώπων…
Πως θα ήταν, άραγε, αυτή η γιορτή, αν εκείνη τη μέρα δε φας τα καθιερωμένα εδέσματα, αλλά μοιραστείς το τραπέζι σου με ανθρώπους ξένους σε μια άλλη χώρα… Κι εδώ διαπιστώνεις πόσο όμορφα είχες περάσει, όταν το είχες κάνει, κι ας μην έτρωγες το καθιερωμένο αρνί, αλλά μια μυρωδάτη τάρτα από τα χέρια της φιλόξενης οικοδέσποινας…
Πως θα ήταν, άραγε, το Πάσχα, αν βλέπεις ανθρώπους στα μπαλκόνια τους με κεριά να ανταλλάζουν ευχές, χωρίς να μπορούν να στριμωχτούν στις εκκλησιές και να ανταλλάξουν φιλιά κι αγκαλιές, αλλά παρ’ όλα αυτά, να νιώθεις πως το περιβάλλον μπορεί να άλλαξε, αλλά το νόημα το βρήκαμε πιο πολύ από ποτέ….
Δυο χρονιές τώρα δε χρειάζεται να αναρωτιέμαι άλλο, ο καιρός κι οι περιστάσεις μου ‘χουν δώσει αρκετές από τις απαντήσεις που χρειαζόμουν. Τώρα ξέρω να φτιάξω πιά, το δικό μου ιδανικό «Πάσχα».